20/12/09

"A Banda" (Chico Buarque)


Στιγμιότυπο από αποκριάτικη πρωινή εκπομπή του Ιάσωνα Τριανταφυλλίδη στο MEGA. Ανάμεσα στα "πολύχρωμα" αποκριάτικα τραγούδια που είχαμε ετοιμάσει με την Κρίστη για κείνη την εκπομπή ήταν και το "A Banda" του Chico Buarque... Μεταξύ των μουσικών μπορείτε να διακρίνετε το φίλο μας κιθαρίστα Κλέωνα Αντωνίου (Mode Plagale), αλλά και την Ευανθία Ρεμπούτσικα στο βιολί.


"Αναζήτηση" στην "Κλωθώ"


Η "Αναζήτηση" είναι ένα από τα πιο παλιά μου τραγούδια, που γράφτηκε λίγο μετά την κυκλοφορία της "Ξάγρυπνης Πόλης', δηλαδή στα τέλη της δεκαετίας του '70. Το τραγουδούσαμε πολύ συχνά με την Κρίστη Στασινοπουλου στα λάιβ μας... όπως σ' αυτό το φιλμάκι, που γυρίστηκε στην "Κλωθώ" της οδού Ιπποκράτους.


18/12/09

Η "Βιτρίνα των Ονείρων" της Σμάρας Μανούδη


Ένα αγαπημένο παιδικό βιβλίο, συνοδευόμενο -τότε- από κασέτα με την αφήγηση και τα τραγούδια, μια συμβολική χριστουγεννιάτικη ιστορία που εκδόθηκε πριν χρόνια από τις εκδόσεις "Γνώση" και, παρ' ότι έχει εξαντληθεί, εξακολουθεί να ζει στης καρδιές αυτών που την γνωρίζουν.

Φέτος, για πολλοστή φορά, η "Βιτρίνα των Ονείρων" αναβίωσε σε μία λαμπρή παρουσίασή της στην ελληνική κοινότητα του Παρισιού, την οποία οργάνωσε η Πρεσβεία μας, προκαλώντας και πάλι ενθουσιώδη σχόλια... Λίγες μέρες αργότερα, στις 20 Δεκεμβρίου 2009, παρουσιάστηκε στη χριστουγεννιάτικη γιορτή της Σχολής Μωραίτη, διασκευασμένη για την παιδική χορωδία του σχολείου, με συνοδεία από πιάνο, φλάουτο και τσέλο. Η διδασκαλία της χορωδίας έγινε από το Βαλέρι Ορέσκιν και η ενορχήστρωση από το Γιάννη Αντωνόπουλο.

Εδώ σας προσφέρω ένα από τα τραγούδια εκείνης της "κασέτας", το "Μικρά Κλεμμένα Μυστικά", τραγουδισμένο από την Κρίστη Στασινοπούλου και μένα.

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ "ΒΙΤΡΙΝΑ ΤΩΝ ΟΝΕΙΡΩΝ"

Η μουσική, η θεατρική και χορευτική έκφραση αποτελούν τα κύρια χαρακτηριστικά αυτής της ονειρικής ιστορίας, που μιλά για το δικαίωμα όλων των ανθρώπων στο όνειρο…

Πριν από πολλά χρόνια στις όχθες του Σιωπηλού Ποταμού, βρισκόταν μια όμορφη, μικρή πόλη: η Πολιτεία των Πάγων ή Λευκή Πολιτεία. Την έλεγαν έτσι, γιατί ζούσε στη σκιά του Μεγάλου Χειμώνα, ενός χειμώνα που αργούσε πολύ να τελειώσει, ενώ η όψη της είχε αποκτήσει την αχνή θαμπάδα των χιονονιφάδων, που χόρευαν αδιάκοπα στους στενούς της δρόμους.

Έτσι αρχίζει η ιστορία της Βιτρίνας των Ονείρων, μια ιστορία πλημμυρισμένη από ξωτικά, νεράιδες του χιονιού, όνειρα και νοσταλγία. Σε μια μικρή παγωμένη πόλη του Βορρά τα ξωτικά κάθε χρόνο τις μέρες των Χριστουγέννων υφαίνουν τα καινούρια όνειρα των ανθρώπων. Τη χρονιά του Μεγάλου Κρύου όμως δεν υπάρχουν πια υλικά για να φτιαχτούν τα όνειρα και την Παραμονή των Χριστουγέννων έρχεται η Θύελλα για να καταστρέψει τη Βιτρίνα των Ονείρων.

Τη Χρονιά του Μεγάλου Κρύου η καρδιά της Λευκής Πολιτείας έπαψε να χτυπά… Τα Χριστούγεννα εκείνης της χρονιάς ήρθαν δίχως όνειρα…Τα ξωτικά, καλά κρυμμένα στις δεντροφωλιές, δεν είχαν μπορέσει να ταξιδέψουν στις θερμές χώρες κι έτσι οι μαγικοί αργαλειοί στέκονταν άχρηστοι, μια και δεν υπήρχαν τα υλικά για να φτιαχτεί το πέπλο των ονείρων. Από το Δαντελένιο Δάσος περνούσε η Θύελλα… Ένα σύννεφο από νυχτερίδες πετούσε γύρω από τη Σκοτεινή Κυρά, ενώ στα άγρια, μακριά της μαλλιά, ήταν σκαλωμένα τα παιδιά της: η Στέρηση, ο Φθόνος, το Μίσος και η Μοναξιά, φυσώντας παράξενους αυλούς.

Ένα μικρό ζευγάρι ξωτικών, ο Κρυστάλλινος Νάνος και η Γυάλινη Νιφάδα, αποφασίζει να διώξει τη Θύελλα και να σώσει τη Βιτρίνα των Ονείρων. Άραγε θα τα καταφέρει; Δύσκολη η απόφαση, όχι όμως κι ακατόρθωτη. Τα δυο μικρά ξωτικά με το χορό και το τραγούδι τους προσπαθούν να διώξουν το σκοτάδι της σκοτεινής Θύελλας. Τρεις Μαγικές Φωνές απαντούν στο κάλεσμά τους:
ο Άνεμος, η Νύχτα των Χριστουγέννων και ο Ουρανός, που με τα δώρα τους δίνουν τα υλικά και το φως για την ύφανση των χριστουγεννιάτικων ονείρων. Μια μαγική ιστορία που θυμίζει σε όλους μας ότι είμαστε ακόμη παιδιά και ότι κάθε χρόνο τα Χριστούγεννα ξαναγεννιούνται τα όνειρα των ανθρώπων.

Πραγματικά, η μικρή αυτή πόλη του Βορρά δεν ανήκει μόνο στη σφαίρα του μύθου, αλλά υπάρχει μέσα στην καρδιά μας και η Βιτρίνα των Ονείρων δεν κατοικείται μόνο από πλάσματα της φαντασίας, αλλά από τις δικές μας βαθύτερες επιθυμίες και αναζητήσεις που επιδιώκουν την έκφραση και την πραγμάτωσή τους.

Τα Χριστούγεννα, λοιπόν, ο μύθος συναντά την πραγματικότητα, η φαντασία ρίχνει το φως της στην καθημερινή ζωή και ανοίγουμε την καρδιά μας, έτοιμοι να πιστέψουμε στο μεγαλύτερο θαύμα: την αρχέγονη πάλη ανάμεσα στο καλό και στο κακό, την πάλη ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι που καταλήγει στο Θαύμα των Χριστουγέννων…


"Ο Δρόμος Χώρισε στα Δυο" (για τη Δήμητρα)


Ένα από τα ανέκδοτα τραγούδια μου, "Ο Δρόμος Χώρισε στα Δυο", από την εκπομπή "Studio 2" του Γιώργου Παπαδάκη, αφιερωμένο ιδιαίτερα στη φίλη μου τη Δήμητρα Π., που ξέρω πόσο της αρέσει...


"Το Χρυσόψαρο" με τη Σαβίνα


Το πιο σύντομο σε διάρκεια, αλλά και το πιο τρυφερό τραγούδι του "Μίλα μου για Μήλα" είναι το "Χρυσόψαρο", σε στίχους πάντα του Ευγένιου Τριβιζά, που τραγούδησε η αγαπημένη μου Σαβίνα Γιαννάτου. Εδώ μία "απόπειρα" βίντεο κλιπ από την τηλεοπτική σειρά εκπομπών "Σαν παιδικό τραγούδι", που παρουσίαζε ο συνθέτης και μουσικοδιδάσκαλος Πάνος Τσαπάρας το 1990.


Chickentown


Trailer για μια σειρά κινουμένων σχεδίων με ήρωα έναν υπναλέο ντέτεκτιβ και το βοηθό του. Όχι, δεν είναι ξένη σειρά. Τα σκίτσα και το animation έχουν γίνει από τον εξαιρετικά ταλαντούχο Άγγελο Ρούβα και η μουσική επένδυση από τον υποφαινόμενο. Το "Chickentown" ακόμα περιμένει παραγωγό!...

10/12/09

(S) Carecrow


Μια από τις πολλές ανέκδοτες συνεργασίες μου με τον Ευγένιο Τριβιζά (η πιο αγαπητή σε μένα) είναι η αγγλόφωνη εκδοχή του έργου του "Το Όνειρο του Σκιάχτρου" σε απόδοση William Moy Russell... Εδώ μπορείτε ν' ακούσετε το "The Scare Song", το "μάθημα εκφοβισμού" που δίνει ο γεωργός στο αμετανόητα καλόκαρδο σκιάχτρο του, το οποίο θέλει να φροντίζει τα πουλιά και να είναι φίλος τους, παρά να τα τρομάζει. Γι' αυτό και τα πουλιά από Scarecrow (Σκιάχτρο) το βαφτίζουν Carecrow!

Στο demo (τη μοναδική version που υπάρχει ως τώρα) έχω ερμηνεύσει ο ίδιος όλους τους ρόλους.


"Το Τελευταίο Στοίχημα" του Κώστα Ζυρίνη (τίτλοι αρχής)


Οι τίτλοι αρχής της ταινίας και η πρώτη από τις μυστηριώδεις δολοφονίες που θα ακολουθήσουν...
(δυστυχώς η μουσική "κλαίει" λίγο... ίσως είναι λόγω του φόνου, τι να πω...)

La Talpa Giovanna... ένα τραγούδι για το Zecchino d'Oro


Εδώ και χρόνια παρακολουθούσα μανιωδώς τον ιταλικό διαγωνισμό παιδικού τραγουδιού "Lo Zecchino d'Oro" έχοντας την επιθυμία να στείλω κάποιο τραγούδι μου εκεί.. Ώσπου μία ιταλίδα στιχουργός (την οποία μάλιστα δεν γνώρισα ποτέ από κοντά!) μου εμπιστεύθηκε τους στίχους της με την ιστορία της "Τυφλοποντικίνας Giovanna", που είχε σοβαρό πρόβλημα με την όρασή της και τελικά, προκειμένου να γίνεται ρεζίλι και να μιλάει σε.. κολώνες του ηλεκτρικού ή να κάνει ένα σωρό ζημιές, αποφάσισε επιτέλους να φορέσει ένα ωραίο ζευγάρι γυαλιά!... Το τραγούδι το έστειλα με όλους τους "κανόνες", αλλά δεν πήρα ούτε καν απάντηση. Το αν αυτό ήταν δικαιολογημένο ή τυχαίο ας το κρίνετε μόνοι σας, ακούγοντας το demo που έστειλα με τη δική μου φωνή!



5/12/09

Με την Φλέρυ στον "Τιπούκειτο"

Ένα από τα σπάνια ντοκουμέντα της συνεργασίας μου με τη Φλέρυ Νταντωνάκη, που σώθηκε χάρη σε κάποιον άγνωστο "ηχολήπτη"... Από την εποχή που παίζαμε στον "Τιπούκειτο" του Μπουκουβάλα, στην οδό Βαλτετσίου, το "Happiness Runs" του Donovan. Οι δεύτερες φωνές δικές μου, το σφύριγμα (αν δεν με απατά η μνήμη μου!) είναι του Γιάννη "Bach" Σπυρόπουλου!

4/12/09

"Ο Χορός της Ρώσικης Σαλάτας"


...από την παράσταση "
Μίλα Μου για Μήλα" στο "Τριανόν", μαζί με τον Φώτη Μακρή και τον Ηλία Γιαννάκη... Οι στίχοι (όπως και σε όλα τα υπόλοιπα τραγούδια) είναι του Ευγένιου Τριβιζά.



"Τραγούδια Διαμαρτυρίας"... και πάλι "Τριανόν"


Te Recuerdo Amanda (Victor Jara)


Με τη Μαριάνα Ευστρατίου στο "Τριανόν" (2)


The Ballad of Springhill (Peggy Seeger/Ewan MacColl)


"Με λένε Ελευθερία..."





Το Μάρτιο του 2007, ο κύριος Γιώργος Λιάνης μού ζήτησε ένα κείμενο για τη Φλέρυ Νταντωνάκη, με σκοπό να το συμπεριλάβει στο βιβλίο του "Φλέρυ Νταντωνάκη: Η Φεγγαρική Αηδόνα". Εντελώς αυτόματα, ο νους μου ταξίδεψε πίσω, στην πρώτη μου συνάντηση μαζί της, που την αποτύπωσα σχεδόν κινηματογραφικά. Κι αυτό είναι το κείμενο:







«ΜΕ ΛΕΝΕ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ...»

1974. Απόγευμα στο «Number 1» του Ρ. Κούνδουρου, στο Κολωνάκι. Πίνουμε καφέ με τον κολλητό μου το Γιώργο, που εκείνη την εποχή είναι φαντάρος. Ονειροπόλοι και οι δυο, υπερκινητικοί, ιδεολογικά λαίμαργοι, έτοιμοι για θαύματα. Καθώς κουβεντιάζουμε, με την άκρη του ματιού μου πιάνω μια γυναίκα που μπαίνει παρέα μ’ έναν μουσάτο και κατευθύνεται προς ένα τραπέζι κάπου στο βάθος. Μαγνητίζομαι αμέσως από τα τεράστια υγρά της μάτια και το σταρένιο, ελαφρά ιδρωμένο δέρμα της. Δεν κοιτάζει καθόλου τριγύρω. Ο μουσάτος πηγαινοέρχεται ως το τηλέφωνο, τελικά φεύγει. Η γυναίκα ανοιγοκλείνει νευρικά την τσάντα που κρατάει. Έχει μια έκφραση σαν να βρίσκεται στη μέση μιας έντονης συζήτησης. Μιλάει μόνη της. Κλαίει. Γελάει…

-Ρε Γιώργο, αυτή πρέπει να είναι η Φλέρυ Νταντωνάκη, που τραγουδάει στο “Μεγάλο Ερωτικό”.

-Σιγά μην είναι η Νταντωνάκη! Εσύ όλο γνωστούς βλέπεις μπροστά σου…

-Κι όμως, αυτή είναι. Δεν μπορεί… Μα τι κάνει εκεί;

Είμαστε “απέναντι”. Σχολιάζουμε απέξω έναν κόσμο που μας διαφεύγει αλλά και μας εξάπτει. Και καθώς την χαζεύουμε, βέβαιοι ότι αγνοεί ακόμα και την παρουσία μας, εκείνη σηκώνει απότομα το βλέμμα, με κοιτάζει κατάματα και λέει δυνατά:

-Πώς σε λένε;

Κοιτάζω δίπλα μου, πίσω μου… κανείς άλλος. Δείχνω τον εαυτό μου ψελλίζοντας:

-Σταύρο… Σε μένα μιλάς;…

-Ναι, σε σένα. Εμένα με λένε Ελευθερία. Έλα να κάτσεις εδώ.

Έτσι γνωριστήκαμε με την Φλέρυ. Έτσι απλά και άμεσα, όπως γίνεται με τα παιδιά, που στο άψε σβήσε γίνονται φίλοι και παίζουν μαζί, μυήθηκα σ’ έναν άγνωστο, μαγικό και συνάμα τρομακτικό κόσμο, όπου η τέχνη δεν ήταν ούτε επάγγελμα ούτε χόμπι ούτε εκτόνωση, αλλά τρόπος ζωής. Από τότε έχω ακούσει και διαβάσει διάφορες απόψεις για τη Φλέρυ, αρκετές όσο ζούσε κι ακόμα περισσότερες μετά το θάνατό της: “η μεγαλύτερη φωνή που πέρασε ποτέ από την Ελλάδα”, “ιέρεια της Τέχνης”, “τρελή” –που συχνά συνοδευόταν από τον προσδιορισμό “του φεγγαριού”, για να απαλύνει τις εντυπώσεις-, “διαταραγμένη προσωπικότητα που την κατέστρεψαν οι γκουρού και τα ναρκωτικά”, “αντιστασιακή”… Όλοι αυτοί οι χαρακτηρισμοί, είτε υμνητικοί είτε υποτιμητικοί, μου φαίνονταν πάντα άστοχοι και κυρίως “λίγοι”. “Η αλήθεια που μπορεί να εκφραστεί με λόγια είναι πάντα μισή”, λέει ο Χέρμαν Έσσε κάπου στον “Σιντάρτα”. Η Φλέρυ δεν μπορεί να χωρέσει σε κείμενα, ούτε καν σε ηχογραφήσεις. Ποτέ μια θαλασσογραφία δεν θα μπορέσει να “μυρίσει θάλασσα”.

Κάθε μέρα που πήγαινα να την συναντήσω μού ήταν εντελώς αδύνατο να προβλέψω την εξέλιξη αυτής της συνάντησης. Η διάθεσή της απλωνόταν σε όλο το περιβάλλον, το καθόριζε. Όταν ήταν χαρούμενη ήταν όλα χαρούμενα κι όταν είχε τις μαύρες της ήταν όλα μαύρα. Η φωνή της –αντίθετα απ’ όσα λέγονται- δεν ήταν πάντα άρτια τεχνικά. Αλλά ακόμα κι ένα φάλτσο ή κάποιο στραβοπάτημα ήταν τόσο πειστικό, που αναρωτιόσουν πώς θα ήταν το τραγούδι που έλεγε χωρίς αυτό. “Ξέρεις, δεν υπάρχουν φάλτσες φωνές”, μου έλεγε, “υπάρχουν μόνο φάλτσα αφτιά”.

Εκείνη την εποχή πηγαινοερχόμασταν σε σπίτια που είχαν πάντα την εξώπορτα ξεκλείδωτη. Γνωρίζαμε καμιά δεκαριά άτομα κάθε βδομάδα, από μουσικούς μέχρι περιθωριακούς τύπους, κουλτουριάρηδες, ποιητές, αναρχικούς. Σ’ ένα τέτοιο σπίτι πήγα κάποτε τη Φλέρυ, κι από την επομένη κιόλας μέρα μετακόμισε εκεί, δημιουργώντας μια “θυελλώδη” σχέση με τον φίλο μουσικό που το είχε. Μια μέρα τους βρήκα ξαπλωμένους στο κρεβάτι, σκεπασμένους με μια άσπρη φλοκάτη. “Περιμένουμε σημάδι από τα πράγματα για να κάνουμε οποιαδήποτε κίνηση. Όσο δεν έχουμε σημάδι, θα μένουμε ξαπλωμένοι εδώ”… Μετά από λίγο καιρό βρήκα το σπίτι σχεδόν άδειο. Έμαθα ότι είχαν αποφασίσει να πετάξουν κάμποσα αντικείμενα –μεταξύ των οποίων και κιθάρες!- από το παράθυρο, για “να πάψουν να είναι εξαρτημένοι από τα υλικά αγαθά”.

Η μουσική μου “συνεργασία” με τη Φλέρυ με δίδαξε πάρα πολλά. Μαζί της ήταν αδύνατο να γίνει οποιαδήποτε προετοιμασία, γιατί οι λεπτές της κεραίες έπιαναν πάντα την ανάγκη και την ατμόσφαιρα της συγκεκριμένης στιγμής που άνοιγε το στόμα της για να τραγουδήσει. Στον “Τιπούκειτο”, το μουσικό στέκι του οραματιστή γέρο-Μπουκουβάλα, είχε συμβεί ακόμα και να διακόψει ένα τραγούδι στη μέση μιας ΛΕΞΗΣ και να κατεβεί από τη σκηνή, για να συνεχίσει λίγο αργότερα από το… υπόλοιπο αυτής της λέξης. Δεν διαμαρτυρήθηκε ποτέ για φασαρία ή για έλλειψη προσοχής από μέρους του κοινού, γιατί όλοι πάντα την παρακολουθούσαν με κομμένη την ανάσα. Δεν θα ξεχάσω ποτέ το αποσβολωμένο, μαγεμένο ύφος της Ζωής Λάσκαρη, καθώς την άκουγε να τραγουδάει ένα βράδυ ψηλά στον Πύργο των Αθηνών, στο μπαρ που είχε στήσει ο Γιώργος ο Σκούρτης, το “Θα ‘ρθει η άσπρη μέρα και για μας” σ’ εκείνη τη φευγάτη, αυτοσχεδιαστική εκδοχή της…

Πριν ξεκινήσει η μεγαλόπνοη συναυλία της μουσικής ομάδας του “Τιπούκειτου” που είχε οργανώσει ο Μπουκουβάλας στο αρχαίο θέατρο του Άργους, η Φλέρυ –με τη μικρή της τότε κόρη- είχε εξαφανιστεί όλο το πρωί και την ψάχναμε χωρίς αποτέλεσμα. Όταν επιτέλους επέστρεψε, μάθαμε ότι γύριζε στα μαγαζιά του Άργους ψάχνοντας για σαγιονάρες, τις οποίες αγόρασε για να βγάλει τα πλαστικά λουλούδια από πάνω και να φτιάξει στεφάνι για τα μαλλιά της! Το βράδυ, στο αρχαίο θέατρο, ήθελε οπωσδήποτε να καθίσει στο θρόνο της βασίλισσας, κι από κει ψηλά έριχνε πετραδάκια σε κάποια τραγουδίστρια που δεν συμπαθούσε, η οποία τα άκουγε έντρομη να σκάνε δίπλα της! Όταν ήρθε η σειρά μας, η διάθεσή της είχε πια χαλάσει. Έπαιξα την εισαγωγή από την “Έλσα” του Σαββόπουλου και περίμενα να μπει στο τραγούδι. Αντί γι’ αυτό, η Φλέρυ με κοίταξε και σιωπηλά πήγε και κάθισε κάτω, στην άκρη της σκηνής. Νιώθω πολύ περήφανος που είχα την ετοιμότητα να κάνω κι εγώ το ίδιο και να καθίσω στην άλλη άκρη. Αφού κοιταχτήκαμε για λίγη ώρα, της λέω: “Πάμε τώρα να πούμε και το τραγούδι;” Σηκώθηκε, πήγε στο μικρόφωνο και η συναυλία συνεχίστηκε κανονικά.

Αυτές οι σποραδικές αναμνήσεις σίγουρα δεν μπορούν να συνθέσουν μια ολοκληρωμένη εικόνα της Φλέρυς, ούτε να προσεγγίσουν εκείνο το ανείπωτο, ελεύθερο και μαγικό στοιχείο που είχε μέσα της. Είναι απλές καταγραφές, μικρές απόπειρες να ζωντανέψει για λίγο μια ιδιαίτερη ψυχή και μια εποχή όπου το παραμύθι και το όνειρο ήταν καθημερινή μας τροφή.

Για μερικά χρόνια χαθήκαμε. Είχε παρεξηγηθεί γιατί, λέει, “συνεργάστηκα με μια άλλη τραγουδίστρια και την πούλησα”. Μετά έμαθα και κάποια δυσάρεστα πράγματα. Όμως μια μέρα, επιστρέφοντας σπίτι μου, ακούω από τη μητέρα μου ότι είχε τηλεφωνήσει η Φλέρυ κι είχε αφήσει ένα νούμερο για να την πάρω. Συγκινήθηκα όταν άκουσα τη φωνή της πάλι, αλλά και πικράθηκα, επειδή μου φάνηκε πιο “λογική”, πιο “γήινη” από παλιά.

-Μπορώ να έρθω σπίτι σου; με ρώτησε.

-Φλεράκι, δυστυχώς έχω μια συναυλία εκτός Αθηνών και θα λείψω για λίγο. Όταν γυρίσω πια…

Στην επιστροφή μου έμαθα ότι μετά το τηλεφώνημά μας είχε πάρει κάποιον άλλο κοινό μας φίλο και του είχε κάνει την ίδια ερώτηση. Εκείνος είχε πει ναι και η Φλέρυ είχε πάει σπίτι του… με όλες της τις βαλίτσες, για να μείνει.

Τώρα, μετά από τόσα χρόνια, δεν είμαι και τόσο σίγουρος αν έπρεπε να πάω σ’ εκείνη τη συναυλία…